Σχεδιασμός ανθεκτικός σε όλες τις κλιματικές συνθήκες
Ο Ντόμεν Ιβάνσεκ σημειώνει πως, προκείμενου τα κτίρια να καταστούν ανθεκτικά έναντι κάθε έκφανσης του κλίματος, απαιτούν μια ολιστική προσέγγιση, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πτυχές της κατασκευής. Το κλειδί είναι να δημιουργηθεί ένα σταθερό, ελεγχόμενο εσωτερικό περιβάλλον, το οποίο επιτρέπει στα συστήματα θέρμανσης και ψύξης να λειτουργούν αποτελεσματικά και αποδοτικά.
Αυτή η προσέγγιση μπορεί να περιλαμβάνει την εξέταση του προσανατολισμού του κτιρίου σε σχέση με τον άνεμο και το μέγιστο ηλιακό φως ή τη βελτιστοποίηση των υαλοπινάκων και της σκίασης, έτσι ώστε το ηλιακό θερμικό φορτίο να εξισορροπείται κατά τη διάρκεια των εποχών.
Θα μπορούσε επίσης να σημαίνει βέλτιστη διαχείριση της απόδοσης από την εσωτερική θερμότητα, για παράδειγμα με θερμομόνωση στοιχείων όπως σωλήνες ζεστού νερού, αλλά και την εγκατάσταση ενεργειακά αποδοτικών συσκευών, για να διασφαλιστεί ότι κανένα από τα δύο δεν συμβάλλει στην ανεπιθύμητη αύξηση της θερμοκρασίας μέσα στο κτίριο.
Ο αερισμός και η αεροστεγανότητα είναι επίσης βασικοί παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Ο προσεκτικά ελεγχόμενος αερισμός σε ένα κατάλληλα αεροστεγές κτίριο θα επιτρέψει μεγαλύτερο έλεγχο της εσωτερικής θερμοκρασίας.
Η σωστή μόνωση, ορθά τοποθετημένη, θα μειώσει την ανεπιθύμητη μεταφορά θερμότητας, σταθεροποιώντας το εσωτερικό περιβάλλον και προστατεύοντας τους χρήστες του κτιρίου από τις επιπτώσεις της εξωτερικής θερμότητας ή του ψύχους. Η υιοθέτηση αυτών των αρχών σημαίνει ότι είναι δυνατή η μεγιστοποίηση των οφελών της θερμομόνωσης – προσφέροντας στο κτίριο και συνεπώς στους συνανθρώπους που το χρησιμοποιούν, την απαραίτητη προστασία και άνεση, όχι μόνο το χειμώνα αλλά και καθ' όλη τη διάρκεια του έτους.
Εφαρμογή κατάλληλης θερμομόνωσης
Οι δύο παράγοντες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα κατά τον καθορισμό της κατάλληλης λύσης μόνωσης για βέλτιστη θερμική άνεση, είναι η τιμή θερμικής αντίστασης R (m2K/W) της θερμομονωτικής στρώσης, αλλά και η μακροχρόνια απόδοση αυτής σε πραγματικές συνθήκες χρήσης ενός κτιρίου, σημειώνει ο Τάσος Αργύρης.
Όσον αφορά τη θερμική προστασία (και από την υπερθέρμανση) για ένα κτίριο - το οποίο, από τη σκοπιά της ενεργειακής απόδοσης πάντα οφείλει να εξετάζεται ως μία συνολική οντότητα, συμπεριλαμβανομένων όλων των παραγόντων που της επηρεάζουν - η όποια διαφορά στη θερμοχωρητικότητα ή την πυκνότητα ενός προϊόντος «από μόνη της», αποτελεί απολύτως αμελητέο παράγοντα που δεν επικαθορίζει το αποτέλεσμα. Ωστόσο, η τιμή R είναι σημαντική επειδή υποδηλώνει την ικανότητα της θερμομόνωσης να αντιστέκεται στη μεταφορά θερμότητας. Και όντας ένα μέγεθος το οποίο επηρεάζεται κυρίως από το πάχος της θερμομονωτικής στρώσης (R=πάχος/λ), η επιλογή και προδιαγραφή μεγαλύτερων παχών θερμομονωτικών υλικών πρέπει ήδη να θεωρείται μονόδρομος για τα σύγχρονα κτίρια του σήμερα και του αύριο
Όσο υψηλότερη είναι η τιμή R λοιπόν, τόσο μεγαλύτερη είναι η θερμική αντίσταση… τουλάχιστον στα χαρτιά. Καθότι, δυστυχώς, ορισμένα προϊόντα είναι πιο δύσκολο να εγκατασταθούν σωστά σε σχέση με άλλα, υπό πραγματικές συνθήκες. Για παράδειγμα, εάν η επιφάνεια ενός τοίχου που αποτελεί το υπόβαθρο για την εγκατάσταση θερμομονωτικών πλακών, δεν είναι απόλυτα ομοιόμορφη ή/και επίπεδη, μια θερμομονωτική στρώση από άκαμπτες πλάκες ενδέχεται να μην εγκατασταθεί ορθά. Κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε κενά αέρα, τα οποία διακυβεύουν τη θερμική απόδοση που αναμένουμε.